Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας μετά την πανδημία, ήταν το αντικείμενο της διαδικτυακής συζήτησης που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής την Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου με γενικό τίτλο «Το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας». Τη συζήτηση συντόνισε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΔΚΚ Θεόδωρος Πελαγίδης, ενώ το μέλος επίσης του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΔΚΚ και πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) Μιχάλης Αργυρού έκανε την εισαγωγική ομιλία. Ακολούθησαν ομιλίες, του Μιχάλη Μητσόπουλου, διευθυντή Τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών του ΣΕΒ, του Ιωάννη Ρέτσου, προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) και του Αθανασίου Σαββάκη, προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ).
Στην εισαγωγική ομιλία, ο Μιχάλης Αργυρού επεσήμανε ότι η επόμενη ημέρα για την οικονομία είναι η φάση της ανάκαμψης η οποία “καλώς εχόντων των πραγμάτων, περιμένουμε να αρχίσει εντός του δεύτερου τριμήνου”, εξ αιτίας της εποχικότητας που έχει δείξει ο ιός, αλλά και της διαθεσιμότητας του εμβολίου, προσθέτοντας, ότι βασική προϋπόθεση για γρηγορότερη ανάκαμψη είναι η επιτυχία του προγράμματος εμβολιασμών και η απουσία αρνητικών ιατρικών εξελίξεων. Η κρατική στήριξη, είπε, θα συνεχισθεί και στη φάση της ανάκαμψης, τονίζοντας, ότι αναμένονται σημαντικές αποφάσεις από την ΕΕ. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η ΕΕ θα πρέπει να αποφασίσει τον χρόνο έναρξης της απόσυρσης των δημοσιονομικών και νομισματικών μέτρων και την ταχύτητά της, με ζητούμενο, όπως είπε, τη χρυσή τομή, ώστε η απόσυρση να μην είναι πρόωρη και επηρεάσει αρνητικά την ανάκαμψη, αλλά ούτε να παραταθεί δημιουργώντας δημοσιονομικές ανισορροπίες. Σε μικροοικονομικό επίπεδο, η ΕΕ θα πρέπει να λάβει αποφάσεις παραμετροποίησης της στήριξης των επιχειρήσεων και η κατεύθυνση αναμένεται να είναι στη στήριξη υγιών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, καθώς και αποφάσεις για την αγορά εργασίας.
Ο κ. Αργυρού σημείωσε ότι η ανάκαμψη θα έχει το σχήμα Κ, δηλαδή κάποιοι κλάδοι θα κινηθούν ταχύτερα και πιο δυναμικά, ενώ άλλοι θα συρρικνωθούν. Αν και είναι πολύ νωρίς για να βγουν συμπεράσματα, διεθνείς αναλύσεις δείχνουν ότι μόνιμες επιδράσεις από την πανδημία αναμένονται κυρίως σε υπηρεσίες διαμεσολαβητικού χαρακτήρα και σε κλάδους που στηρίζονται στη φυσική παρουσία και μπορούν να υποκατασταθούν από ψηφιακές τεχνολογίες, όπως ο κλάδος των επιχειρηματικών ταξιδιών. Οι αλλαγές αυτές, πρόσθεσε, θα επηρεάσουν δευτερογενώς και άλλους κλάδους, όπως τo real estate, τις ασφάλειες και το finance που πρέπει να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Η πανδημία, πρόσθεσε, δεν αναμένεται πάντως να επηρεάσει μεσοπρόθεσμα δύο βασικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, τον τουριστικό και τον ναυτιλιακό. Τόνισε, όμως, ότι χρειάζεται διαφοροποίηση της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας και στην κατεύθυνση αυτή θα είναι καθοριστική η σημασία του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προσχέδιο του οποίου έχει κατατεθεί στην ΕΕ από τον Νοέμβριο και το οποίο έχει αποσπάσει θετικά σχόλια από Ευρωπαίους αξιωματούχους και τον διεθνή Τύπο.
Ο εκπρόσωπος του ΣΕΒ Μιχάλης Μητσόπουλος τόνισε ότι την τελευταία διετία υπήρξε βούληση να αρθούν αντικίνητρα δεκαετιών που τιμωρούσαν τη μεταποίηση, η οποία έχει μεγάλη βαρύτητα ως καταλύτης της αναπτυξιακής διαδικασίας, και ότι “έχουν μπει τόσα κομμάτια στη θέση τους” ώστε είναι ορατός ο στόχος να φύγει η Ελλάδα από την ομάδα των αναπτυσσόμενων χωρών και να εισέλθει στην κατηγορία των αναπτυγμένων. Αναφέρθηκε ειδικότερα στην πρόοδο που έγινε στον χωροταξικό σχεδιασμό, σημειώνοντας ότι ο σχετικός νόμος που ψηφίσθηκε στα τέλη του 2020 θέτει υγιείς βάσεις για να ολοκληρωθεί τα επόμενα χρόνια η χωροταξία στο 60-70% της χώρας. Αναφερόμενος στα προβλήματα που παραμένουν ακόμη, είπε, μεταξύ άλλων, ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν Βιομηχανικές Περιοχές (ΒΙΠΕ) χωρίς φως, νερό και τηλέφωνο, όπως και χωρίς πρόσβαση σε τρένα και καλούς δρόμους. Ο κ. Μουτσόπουλος εκτίμησε ότι με τις παρεμβάσεις που γίνονται μπορούν να έρθουν επενδύσεις στη μεταποίηση, αλλά δεν είναι δεδομένο ότι θα είναι εντάσεως εργασίας. Για να συμβεί αυτό, όπως είπε χαρακτηριστικά, θα πρέπει να μειωθεί το tax wedge (φορολογική σφήνα), δηλαδή η συνολική φορολογική επιβάρυνσή που αντιστοιχεί στη διαφορά του ποσού που πληρώνει ο εργοδότης και αυτού που εισπράττει ο εργαζόμενος, εκφράζοντας την ελπίδα ότι η προσέλκυση επενδύσεων θα δημιουργήσει τα δημοσιονομικά περιθώρια που θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να μειώσει μεσοπρόθεσμα τη φορολογική σφήνα. Αναφέρθηκε τέλος κα στην ανάγκη να κλείσει ο κύκλος της μεταρρύθμισης στη Δικαιοσύνη, η οποία, όπως είπε, έχει προβλήματα υποδομών, αλλά και εσωτερικής διαφάνειας και αποτελεσματικότητας.
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Ιωάννης Ρέτσος επεσήμανε ότι η ανάκαμψη του τουρισμού θα είναι σταδιακή και ο κλάδος θα φθάσει σε 3-4 χρόνια τα επίπεδα-ρεκόρ του 2019. Εκτίμησε ότι ο τουρισμός θα “ταλαιπωρηθεί” και το 2021 και το αποτέλεσμα θα είναι κατώτερο των προσδοκιών καθώς τα δεδομένα της πανδημίας δεν είναι καλά, αλλά τόνισε τη βεβαιότητά του ότι θα ανακάμψει. Ο κλάδος, είπε, έχει καταρρίψει πολλούς μύθους, τονίζοντας ότι η Ελλάδα έφθασε στην 25η θέση διεθνώς ως προς την ανταγωνιστικότητά της στον τουρισμό, ενώ στην ανταγωνιστικότητα για το σύνολο της οικονομίας βρίσκεται στην 59η θέση. Το brand, πρόσθεσε, της Ελλάδας είναι το πέμπτο ισχυρότερο παγκοσμίως, θέση στην οποία διατηρήθηκε και το 2020. Η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, απαιτεί υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, ενώ τα έργα που έχει υπόψη του ο ΣΕΤΕ συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό με τις προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη και μπορούν να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάπτυξης και το ΕΣΠΑ. Ο κ. Ρέτσος στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη δημιουργίας υποδομών της χώρας, όπως η δημιουργία μητροπολιτικού συνεδριακού κέντρου της Αθήνας, που συζητείται περισσότερο από 30 χρόνια. Έκανε επίσης λόγο για την ανάγκη επενδύσεων σε αεροδρόμια, λιμάνια και μαρίνες, σε στοχευμένες παρεμβάσεις στο οδικό δίκτυο, στη διασύνδεση των μεταφορών, στη βελτίωση των οδικών σημάνσεων, σε αντιπλημμυρικά έργα και σε έργα που δημιουργούν εμπειρίες. Ο κ. Ρέτσος ανέφερε επίσης ότι η Ελλάδα έχει τεράστιες προοπτικές για να προσελκύσει ξένους που θα αφήσουν τις χώρες τους για να εργάζονται από την Ελλάδα, τους αποκαλούμενους “ψηφιακούς νομάδες”, σημειώνοντας ότι το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και ο υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης, “έχουν κάνει θαύματα” στον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας.
Ο πρόεδρος του ΣΒΕ Αθανάσιος Σαββάκης ανέφερε ότι η προοπτική της βιομηχανικής βάσης της Βόρειας Ελλάδας είναι πολύ σημαντική, έχοντας εξαγωγικό προσανατολισμό, επισημαίνοντας την αναγκαιότητα διαμόρφωσης συγκεκριμένης βιομηχανικής πολιτικής που αποτελεί πάντως κυβερνητική προτεραιότητα, όπως φαίνεται από την έκθεση Πισσαρίδη. Η Βόρεια Ελλάδα έχει σημαντικές εξωστρεφείς επιχειρήσεις, αλλά το μεγάλο στοίχημα, πρόσθεσε, είναι η ανάπτυξη συνολικά της μεταποιητικής βάσης. Ο κ. Σαββάκης αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη δημιουργίας τεχνολογικού πάρκου πέμπτης γενιάς για την εγκατάσταση μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων, σημειώνοντας ότι η ζήτηση είναι πολύ έντονη και ήδη γίνονται πράξη οι πρώτες συνεργασίες. Όσον αφορά το κυβερνητικό σχέδιο απολιγνιτοποίησης, σημείωσε ότι κινείται στη σωστή κατεύθυνση και μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για δίκαιη μετάβαση. Υλοποιείται, είπε, ένα συγκεκριμένο σχέδιο με πολύ υψηλή χρηματοδότηση και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό.
Συνοψίζοντας τη συζήτηση, ο Θεόδωρος Πελαγίδης ανέφερε ότι όλοι οι ομιλητές έθεσαν την αναγκαιότητα μιας ολιστικής αντιμετώπισης. Η Ελλάδα να κινηθεί σε όλα τα μέτωπα και να αξιοποιήσει όλες τις ευκαιρίες που έχει και είναι πολλές, τονίζοντας ότι όλα συνδέονται, ο τουρισμός, οι μεταφορές, η βιομηχανία, η ποιότητα ζωής, η απασχόληση.
Εν κατακλείδι, η ελληνική οικονομία δοκιμάζεται από την πανδημία, αλλά βρίσκεται σε εξέλιξη μία συστηματική προσπάθεια μεταρρυθμίσεων, οι οποίες σε συνδυασμό με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, μπορούν να αναβαθμίσουν τον παραγωγικό ιστό και να φέρουν την Ελλάδα μαζί με τις ποιο αναπτυγμένες χώρες του πλανήτη.