Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 11 Νοεμβρίου η εκδήλωση του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής σε συνεργασία με το Ίδρυμα Hanns Seidel στην Αθήνα στο Electra Palace Athens.
Στην εκδήλωση απηύθυνε χαιρετισμό ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου, Καθηγητής Ιστορίας του Μεταπολεμικού Κόσμου Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πρόεδρος Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής καθώς και ο Mr. Wolf Krug, Διευθυντής του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκού και Διατλαντικού Διαλόγου του Ιδρύματος Hanns Seidel. Η Δημοσιογράφος, κα Μαριάννα Πυργιώτη ανέλαβε το συντονισμό της ημερίδας.
Από τις ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις όλων των προσκεκλημένων ομιλητών υπογραμμίστηκε ότι με δεδομένες τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης για γενική ανάκαμψη της οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων και την επιτάχυνση ρυθμών ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων, τα βήματα που επιχειρεί, όσο «σταθερά» κι αν θεωρηθούν, έχουν να αντιμετωπίσουν χρόνιες παθογένειες και σοβαρές διαρθρωτικές αδυναμίες και προβλήματα του Ελληνικού κράτους. Παράλληλα, η διεθνής συγκυρία που χαρακτηρίζεται από γεωπολιτικές εντάσεις και μεταβολές, θέτει νέου τύπου εμπόδια σε συνδυασμό με τις νέες προκλήσεις της σύγχρονης εποχής. Η κλιματική αλλαγή, το προσφυγικό και ο καλπασμός της τεχνολογίας, αποτελούν την προμετωπίδα των νέων ζητημάτων που αναδύονται και συμπληρώνουν το «ασταθές έδαφος» στο οποίο είναι υποχρεωμένος κανείς να κινηθεί. Κύριος σκοπός της Ημερίδας ήταν να αποκρυπτογραφηθούν οι συνέπειες των ζητημάτων αυτών και να αναζητηθούν ρεαλιστικοί τρόποι αντιμετώπισής τους.
Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Άδωνις Γεωργιάδης επεσήμανε ότι το πλήθος των επιχειρήσεων που έκλεισαν στα πρώτα χρόνια των μνημονίων ανέδειξαν το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, ότι είχε πάψει προ πολλού να είναι ανταγωνιστική. Όπως είχε αναφέρει τότε ένας Γερμανός οικονομολόγος, δανειζόσαστε χρήματα για να αγοράζετε τα δικά μας προϊόντα, ενώ ο σκοπός είναι να παράγετε τα δικά σας και να τα αγοράζουμε εμείς. Τα κλειστά καταστήματα εισήγαγαν προϊόντα, μεγαλώνοντας αενάως το εμπορικό σας έλλειμμα. Στη συνέχεια, τόνισε τις αντοχές της ελληνικής κοινωνίας η οποία βίωσε δημοσιονομική προσαρμογή που παρουσιάζεται μόνο μετά από πόλεμο, αλλά το χαμηλό σήμερα επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου δείχνει ότι η Ελλάδα έχει αποκτήσει πλέον την εμπιστοσύνη των αγορών. Τονίζοντας επίσης τη σημασία της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στην αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος που ήταν πολύ μεγάλο, αναφέρθηκε στις ενέργειες της κυβέρνησης για τη δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος που καθιστούν τον στόχο για ανάπτυξη 2,8% το 2020 ρεαλιστικό. Όπως υπογράμμισε, παρά τα δύσκολα στην επίλυσή τους προβλήματα, η κυβέρνηση ξεκινά την θητεία της με «μεγάλη όρεξη». Αναφέρθηκε επίσης στην κατάσταση των ελληνικών πανεπιστημίων και στο ξεκίνημα των προγραμμάτων προσέλκυσης ξένων φοιτητών με καταβολή διδάκτρων και ολοκλήρωσε την ομιλία του επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση έκανε μία νέα αρχή, οι πρώτες 100 ημέρες είναι πολύ καλές, αλλά δεν επαναπαύεται, γιατί σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να πάει χαμένη η τεράστια ευκαιρία που της έδωσε η εντολή των πολιτών.
Ο Ευρωβουλευτής Mr. Markus Ferber τόνισε ότι η Ευρώπη βγαίνει από τα δύσκολα χρόνια έχοντας θέσει μια βάση συνεργασίας που δεν υπήρχε παλαιότερα, μπαίνοντας σε μία νέα εποχή με νέες προκλήσεις τις οποίες μόνο ενωμένοι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε. Οι χώρες της ΕΕ μπορεί να έχουν διαφορές, αλλά έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά τα οποία συνιστούν έναν ξεχωριστό τρόπο ζωής με έμφαση στη Δημοκρατία και την ενασχόληση με τα κοινά, τη φιλοσοφία και τις επιστήμες. Οι επιστήμες μπορούν να δώσουν λύση στην μεγάλη πρόκληση της εποχής, την κλιματική αλλαγή. Μία λύση εξελικτική που θα οδηγήσει σε μια περίοδο σταθερότητας. Οι χειρισμοί των θεσμών μπορεί να μείωσαν τους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ελλάδα, αλλά η σημερινή κυβέρνηση κατάφερε να συγκεντρώσει ποσοστό αυτοδυναμίας και είχε έτοιμα τα πρώτα νομοσχέδια, ενώ σε περιπτώσεις όπως της Γερμανίας και της Ισπανίας χρειάστηκαν μήνες μέχρι να αναδειχθεί κυβέρνηση. Έτσι, η Ελλάδα έχει μπει ήδη σε τροχιά ανάπτυξης και αυτό που λείπει είναι οι ξένες επενδύσεις οι οποίες ωστόσο φαίνεται να χρειάζονται και στη υπόλοιπη Ευρώπη. Κεντρικό ρόλο για το μέλλον έχει η τεχνολογία η οποία θα φέρει αλλαγές στον κόσμο της εργασίας και στις κοινωνικές δομές. Ως προς αυτό, η ΕΕ βρίσκεται ήδη σε πολύ υψηλό επίπεδο, τόσο στην έρευνα όσο και στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών. Σημαντικό ζήτημα της εποχής είναι επίσης οι σχέσεις με την Τουρκία και το προσφυγικό, το οποίο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα της Ελλάδας λόγω γειτνίασης, αλλά ως πρόβλημα που αφορά όλη την Ευρώπη.
Ο καθηγητής κ. Θοδωρής Πελαγίδης ανέφερε ότι η αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,9% το τρέχον έτος προέρχεται ουσιαστικά από τη δημόσια κατανάλωση, δηλαδή από λεφτά που «έριξε η προηγούμενη κυβέρνηση», επεσήμανε, ότι δεν έχει σημασία το ύψος της ανάπτυξης, αλλά το πώς προέρχεται. Θα ήταν προτιμότερο το ΑΕΠ να είναι χαμηλότερο και ποιοτικότερο, παρά το αντίστροφο. Άλλωστε και η μείωση της ανεργίας τα προηγούμενα χρόνια οφείλεται κατά βάση σε δαπάνες του κράτους, δεδομένου ότι προσλήφθηκαν περισσότεροι από 50.000 χιλιάδες εργαζόμενοι στο δημόσιο. Το συμπέρασμα είναι, ότι αν δεν βελτιωθούν οι παραγωγικοί συντελεστές, δηλαδή η εκπαίδευση, η εργασία και η ποιότητα κεφαλαίου, η Ελλάδα δεν θα ανακάμψει πραγματικά. Με αυτά τα δεδομένα, η Ελληνική οικονομία προσπαθεί να ανακάμψει με ισχυρότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον όμως που είναι ιδιαιτέρως ασταθές και μεταβαλλόμενο. Οι πολιτικές αναταραχές που σημειώνονται με διάφορες μορφές και εντάσεις, τροφοδοτούν διεθνώς την επιφύλαξη και δυσπιστία των επενδυτών, γεγονός που αποτυπώνεται στην ισχυρή κατακράτηση ρευστότητας. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάγκη για αύξηση των ξένων επενδύσεων στη χώρα μας γίνεται πιο επιτακτική, όπως και γενικότερα η ενίσχυση της δαπάνης η οποία βέβαια περιλαμβάνει τον κρίσιμο παράγοντα της ζήτησης για επενδύσεις. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος ταχύτερης οικονομικής μεγέθυνσης, με ταυτόχρονα ενισχυμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή, υψηλότερη παραγωγικότητα που μπορεί να ωθήσει υψηλότερα την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών, αλλά και να φέρει νέες θέσεις εργασίας και υψηλότερους μισθούς.
Από την πλευρά του ο καθηγητής Αλέξανδρος Κρητικός ανέλυσε τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας σε έξι σημεία: 1) Δεν υπάρχουν πολλές μεγάλες επιχειρήσεις. Αντίθετα η οικονομία στηρίζεται σε μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις. 2) Η χώρα μένει πίσω στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας και τις εξαγωγές αντίστοιχων προϊόντων. 3) Διαχρονικό πρόβλημα αποτελεί το αντίξοο επενδυτικό περιβάλλον που αποτρέπει την έλευση ξένων κεφαλαίων. 4) Η αστάθεια της φορολογίας αποτελεί βασικό επίσης εχθρό της επιχειρηματικότητας. 5) Η χαμηλή ψηφιοποίηση του ελληνικού κρατικού μηχανισμού είναι άλλο ένα πρόβλημα το οποίο σχετίζεται άμεσα με το πρόβλημα της γραφειοκρατίας. 6) Το “brain drain”, φαινόμενο το οποίο, όπως τόνισε, υπήρχε πολύ πριν την κρίση του 2010 στην χώρα. Κατόπιν έθεσε δύο παράγοντες ως βασικά στοιχεία οικονομικής σταθερότητας. Χαρακτηρίζοντας πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Ελλάδα αναλαμβάνει την ιδιοκτησία των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων, επεσήμανε πρώτα την ανάγκη θεσμικής μεταρρυθμιστικής μνήμης σε μία χώρα. Όπως είπε, δεν μπορεί κάθε 2-3 χρόνια, με κάθε νέα κυβέρνηση, να διακόπτονται projects και να ξεκινούν καινούρια. Εξέφρασε επίσης την εκτίμηση ότι οι μεταρρυθμίσεις κακώς θεωρούνται αποκλειστικά θέμα κεντρικής διοίκησης, τονίζοντας την ανάγκη να συμμετέχει η περιφέρεια με εμπλοκή της τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε να ενισχυθούν τα κίνητρα στις τοπικές κοινωνίες. Η τοπική αυτοδιοίκηση για παράδειγμα θα μπορούσε να επιβάλλει τη δική της φορολογία στις επιχειρήσεις και να εφαρμόζει δικά της ρυθμιστικά πλαίσια, παράλληλα με τις γενικές αρχές που θέτει η κυβέρνηση.