Στην «καρδιά» της προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ, μία ημέρα πριν το δεύτερο debate Τραμπ και Μπάιντεν, το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής διοργάνωσε διαδικτυακή συζήτηση, ανιχνεύοντας τη «σημασία των αμερικανικών εκλογών για τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και τον κόσμο».
Ο διευθυντής του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Πάνος Σταθόπουλος, έκανε μια ενδελεχή παρουσίαση των δημοσκοπήσεων μέσα από την πορεία των οποίων καταδεικνύεται προβάδισμα του Τζο Μπάιντεν, με διπλάσιες διαφορές απ΄ ότι καταγραφόταν πριν το καλοκαίρι. Παρότι θεωρητικώς πολλά μπορούν να συμβούν στις δύο εβδομάδες που απομένουν, εστίασε στο ότι οι αναποφάσιστοι έχουν μειωθεί στο 4% και εκτίμησε ότι θα μοιραστούν, επομένως μάλλον δεν προκύπτει σημαντικό περιθώριο ανατροπής των δεδομένων. Βεβαίως, υπάρχει πάντα η περίπτωση της έκπληξης, ανάλογα και με τη συμπεριφορά των Πολιτειών στις οποίες οι δύο υποψήφιοι βρίσκονται πολύ κοντά, αναφέροντας όμως ότι είναι πολύ μεγάλο θέμα αν ο Τζον Μπάιντεν με ποσοστό άνω του 50% της απόλυτης πλειοψηφίας δεν καταφέρει να πάρει την πλειοψηφία στους εκλέκτορες.
Η δημοσιογράφος Κατερίνα Σώκου, ανταποκρίτρια της «Καθημερινής» και του «Σκάι» στην Αμερική, ανέδειξε τις ιδιαιτερότητες της παρούσας αναμέτρησης εν μέσω κορονοϊού και την πιθανότητα του απροσδόκητου, αλλά και τα «απόνερα» των φυλετικών ταραχών, ενώ ο Λευκός Οίκος παραμένει αποκλεισμένος χώρος και την ίδια στιγμή υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον των ψηφοφόρων να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Η ψαλίδα έχει κλείσει κατά τι, ανέφερε η δημοσιογράφος, ενώ εκτίμησε πως είναι πολύ μικρή η πιθανότητα να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι από το debate. Όμως, σημείωσε με έμφαση, σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση ελάχιστα έχουν συζητηθεί τα πολιτικά θέματα.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, πρώην υπουργός, καθηγητής της Έδρας “Κωνσταντίνος Καραμανλής” Σχολής Διεθνών Σχέσεων Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts της Βοστώνης, υπογράμμισε ότι πρώτη φορά παρατηρείται τέτοια πόλωση σε αμερικανικές εκλογές. Τα «στρατόπεδα» χωρισμένα, αστικά κέντρα υπέρ Μπάιντεν, αγροτικές και εργατικές περιοχές υπέρ Τραμπ, και αυτό που έχει μείνει προς διεκδίκηση είναι η ψήφος των κατοίκων των προαστίων και ιδιαίτερα των γυναικών σε αυτά. Ο Τζον Μπάιντεν έχει επιλέξει να μην «φάει γκολ», δεν θέλει να κάνει το λάθος και αφήνει τον αντίπαλό του να «εκτίθεται». Ο Πρόεδρος Τραμπ ακολουθεί «αλλοπρόσαλλη τακτική», έχει «παραληρηματικό λόγο», έφθασε μέχρι του σημείου να επιτεθεί στον δόκτορα Φάουτσι που είναι πολύ ιδιαίτερα δημοφιλής. Εξάλλου, ο Τζον Μπάιντεν είναι εκείνος που μπορεί να αντιμετωπίσει την τριπλή αμερικανική κρίση (οικονομία, πανδημία, εσωτερικός διχασμός).
Ο Δημήτρης Καιρίδης, βουλευτής της ΝΔ και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ξεκίνησε από την αρχή της Προεδρικής θητείας του Ντ. Τραμπ. Ήταν Πρόεδρος της μειοψηφίας, δεν ήθελε να κάνει διεύρυνση προς το Κέντρο, αντιθέτως αυτό που έκανε με μεγάλη επιτυχία, ήταν να «μπετονάρει» την εκλογική του βάση. Λευκοί, χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου, που ζουν μακριά από τα αστικά κέντρα, είναι κυρίως οι ψηφοφόροι του. Στις αρχές του έτους έδειχνε να έχει ισχυρές πιθανότητες επανεκλογής. Όμως, στο μεν Δημοκρατικό Κόμμα συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του Τζον Μπάιντεν, ενώ προέκυψε και ο κορονοϊός, θέμα που οδηγεί τελικά τον Τραμπ στην ήττα. Αν συμβεί η ανατροπή, θα είναι η μεγαλύτερη που έχει γίνει ποτέ, ανέφερε, διευκρινίζοντας πως μιλά μόνο για το Κολέγιο των Εκλεκτόρων, κι όχι για τη λαϊκή ψήφο που έχει κριθεί, όπως είπε. Παράλληλα περιέγραψε τον υποψήφιο των Δημοκρατικών ως έναν καλό γνώστη της πολιτικής, συμπαθή, που δεν προκαλεί αντισυσπειρώσεις.
Ο Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ανέδειξε ένα άλλο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει ο Πρόεδρος Τραμπ. Ο νυν Πρόεδρος μπορεί να «κλείδωσε» την εκλογική του βάση, πλην όμως έχασε στην ελίτ, έχασε δηλαδή διανοούμενους, στρατηγούς, πρώην υπουργούς κ.α. στους οποίους παραδοσιακά το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είχε προπύργια. Ενώ, για τον Τζ. Μπάιντεν παρατήρησε πως, ακόμη κι αυτές οι… γκάφες που κάνει, μπορεί να γίνονται επίτηδες, με σκοπό να τον καταστήσουν περισσότερο συμπαθή στους πολίτες.
Το «αποτύπωμα» των αμερικανικών εκλογών στις εξωτερικές σχέσεις
Για τις επιπτώσεις που θα έχει στη «γειτονιά» μας η εκλογή του ενός ή του άλλου υποψηφίου, η Κατερίνα Σώκου σημείωσε πως οι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν ότι φέρνουν μαζί τους αξίες, τόσο στο εσωτερικό μέτωπο όσο όμως και στην εξωτερική πολιτική. Ειδικότερα για τον Τζον Μπάιντεν υποστήριξε ότι θα ακολουθήσει την ίδια πολιτική έναντι της Ελλάδας, θα καταδικάσει όμως τις πολιτικές της Τουρκίας που έρχονται σε σύγκρουση με το ΝΑΤΟ. Για τη στάση του State Department, ανέφερε πως αναγνωρίζει πλέον ότι ο «ταραξίας» είναι η Τουρκία και άλλωστε έχει γίνει περισσότερο επιθετικό στις εκφράσεις του. Κλείνοντας, εκτίμησε ότι ο Τζον Μπάιντεν ως Πρόεδρος θα προτάξει τα ανθρώπινα δικαιώματα και αξίες, που, αργά ή γρήγορα, θα τον φέρουν σε σύγκρουση με την Τουρκία.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος παρατήρησε πως οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδό τους εδώ και δεκαετίες, γεγονός που οφείλεται κυρίως στο ότι ΗΠΑ και Δύση εν γένει αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία είναι αναξιόπιστος σύμμαχος που προβάλλει ηγεμονικές, αναθεωρητικές αξιώσεις. Σε κάθε περίπτωση, με αλλαγή ενοίκου στο Λευκό Οίκο, αφαιρείται ένα προπύργιο για τον Ερντογάν.
Ο Δημήτρης Καιρίδης, αφού είπε ευθέως ότι προσωπικά δεν είναι υπέρ του Τραμπ, επιχειρηματολόγησε για την επιλογή του λέγοντας ότι ο Τραμπ συμπεριφέρεται καταστροφικά και έδωσε «αέρα» σε ένα σκληρό εθνολαϊκισμό και στην Ευρώπη, φέρνοντας τα παραδείγματα της Μ. Βρετανίας, της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Είναι άλλωστε γνωστός ο θαυμασμός που επιδεικνύει στους αυταρχικούς ηγέτες του κόσμου. Στον αντίποδα, ο Μπάιντεν θέλει να φτιάξει μια Ένωση Δημοκρατιών, που, παρότι δεν είναι ακόμη σαφές τι εννοεί, ως όραμα συνάδει με αυτό που και η Νέα Δημοκρατία θέλει.
Ο Χαράλαμπος Παπασωτηρίου χαρακτήρισε κρίσιμες τις επικείμενες εκλογές γιατί, όπως επιχειρηματολόγησε, οι ΗΠΑ πρέπει να ξεπεράσουν τη «σκοτεινή» πλευρά τους και να συνεχίσουν τη φιλελεύθερη πορεία τους. Αλλά και στην εξωτερική πολιτική, ο Ντ. Τραμπ δεν κατάλαβε ότι οι ΗΠΑ έχουν πολύ σημαντικές συμμαχίες στη Δύση οι οποίες, αν διαλυθούν, θα υπάρξει αστάθεια στο διεθνές στερέωμα.
Παρακαλουθήστε το Βίντεο: